- πλατυέλμινθες
- Τύπος σκωληκομόρφων ζώων, μη μεταμερικών, με σώμα γενικά πολύ πεπλατυσμένο προς την κατεύθυνση ράχης-κοιλιάς. Στις ελεύθερες μορφές είναι προικισμένοι με μια γαστροαγγειακή κοιλότητα, που ανοίγει στο εξωτερικό μέσω ενός μόνο ανοίγματος, του στόματος· η κοιλότητα αυτή είναι υποτυπώδης ή λείπει στις παρασιτικές μορφές. Οι π. είναι εφοδιασμένοι με ένα όργανο έκκρισης, που περιλαβαίνει πολυάριθμα νεφρίδια, τα oποία, αφού συγκεντρώσουν τα άχρηστα προϊόντα, τα διοχετεύουν στους υδροφόρους αγωγούς. Οι αγωγοί αυτοί συρρέουν σε αγγεία μεγαλύτερου διαμετρήματος, που εκβάλλουν στο εξωτερικό μέσω κατάλληλων πόρων. Επειδή δεν υπάρχει αναπνευστικό όργανο, η αναπνοή γίνεται μέσω περιβλημάτων. Λείπει επίσης κυκλοφορικό σύστημα, και έτσι οι ανταλλαγές μεταξύ των διάφορων οργάνων και ιστών γίνονται με ώσμωση. Οι π. είναι σχεδόν όλοι ερμαφρόδιτοι και μπορούν να αναπαραχθούν, εκτός από το γενετήσιο τρόπο, και αγαμικά. Οι π. υποδιαιρούνται σε τρεις ομοταξίες, τους στροβιλιστικούς, τους τρηματώδεις και τους κεστώδεις, στις οποίες μερικοί σύγχρονοι ζωολόγοι προσθέτουν την ομοταξία των κεστωδαρίων, που άλλοτε θεωρούνταν τάξη των κεστωδών.
Τα στροβιλιστικά συνήθως δεν είναι παρασιτικά και ζουν στο αλμυρό ή γλυκό νερό ή στο υγρό χώμα. Οι διαστάσεις τους, που είναι γενικά από 1 έως 4 εκ., μπορούν να φτάσουν σε μερικά είδη τα 30 εκ. Οι π. αυτοί έχουν αμφίπλευρη συμμετρία, αν και χαρακτηρίζονται από πολύ πρωτόγονο οργανισμό· η επιδερμίδα τους είναι εφοδιασμένη με δονούμενες βλεφαρίδες. Ανάμεσα στα πιο γνωστά είδη είναι οι πλανάριες, με σώμα σχήματος στενού φύλλου, διαδομένες προπάντων στα γλυκά νερά και στο υγρό χώμα και χαρακτηριζόμενες από έντερο που υποδιαιρείται σε τρεις μεγάλους κλάδους, από τους οποίους ξεκινούν πολυάριθμες δευτερεύουσες διακλαδώσεις. Το νευρικό σύστημα των στροβιλιστικών συνίσταται γενικά από δύο μπροστινά γάγγλια, από τα οποία παράγονται νευρώδεις ζώνες, οι διακλαδώσεις των οποίων συνδέονται με διαφορετικά αισθητήρια όργανα, όπως οι ρευματοδέκτες και οι φωτοδέκτες. Στα ζώα αυτά, είναι πολύ έκδηλη η ικανότητα αναγέννησης: π.χ. αν κοπεί στα δύο μια πλανάρια, κάθε κομμάτι ξαναγεννά τα τμήματα που λείπουν, ως ότου σχηματιστούν δύο ζωντανά άτομα.
Οι τρηματώδεις είναι όλοι παρασιτικοί, χαρακτηρίζονται από ποικιλότατους ζωικούς κύκλους, τα στάδια των οποίων πραγματοποιούνται γενικά σε διαφορετικούς ξενιστές, δεν έχουν βλεφαρίδες και είναι προικισμένοι με δύο ή περισσότερους μυζητήρες, από τον αριθμό των οποίων οι π. αυτοί άλλοτε διακρίνονταν σε δύο κύριες τάξεις: τους διστομίδες και τους πολυστομίδες. Οι πρώτοι είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος ενδοπαρασιτικοί σε άγρια ή κατοικίδια θηλαστικά, π.χ. σε βοοειδή και πρόβατα, στα οποία προκαλούν ασθένεια που λέγεται διστομάτωση (κλαπάτσα)· μερικά είδη παρασιτούν και στον άνθρωπο, εγκατεστημένα στο συκώτι. Οι πολυστομίδες, που όπως δείχνει και το όνομά τους είναι εφοδιασμένοι με πολλούς μυζητήρες, είναι γενικά εξωπαρασιτικοί στα ψάρια και στα αμφίβια.
* * *οι, Νζωολ. μείζον φύλο ελεύθερων ή παρασιτικών τριπλοβλαστικών ακοιλωματικών ασπονδύλων, με αμφίπλευρη συμμετρία και πεπλατυσμένο σώμα, που στερούνται διαφοροποιημένου αναπνευστικού, σκελετικού και κυκλοφορικού συστήματος, φύλο στο οποίο ανήκουν 13.000 περίπου είδη κατανεμημένα σε 5 ομοταξίες: τους τρηματώδεις, τους κεστώδεις, τους στροβιλιστικούς, τα μονογένεα και τα ασπιδοκοτύλεα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. platyhelminthes (< πλατυ-* + ἕλμι(ν)ς, -ινθος «παρασιτικός σκώληξ». Η λ. πλατυέλμινς μαρτυρείται από το 1889 στον Δ. Κ. Παπαγεωργίου].
Dictionary of Greek. 2013.